Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2012






«Αγάπη μου .. 
μου είχες πει κάποτε ότι μ’ αγαπάς επειδή με κάνεις ευτυχισμένη (ίσως να μην το θυμάσαι, λες τόσα πολλά ανόητα πράγματα) λοιπόν αυτή την στιγμή θα πρέπει να μ’ αγαπάς πολύ, γιατί μ’ έκανες ακόμη πιο ευτυχισμένη. 
Υπερκέρασες ακόμη και το πόσο δυστυχισμένο έκανα τον εαυτό μου εξ’ αιτίας σου.
Σ’ ευχαριστώ, είναι τόσο γλυκό να σ’ αγαπάει κανείς, σήκωσες ένα βάρος από την καρδιά μου και τώρα αρχίζω πάλι να ταξιδεύω προς το μέρος σου αργά αλλά σταθερά. Η σκέψη να νοικιάσουμε ένα εξοχικό σπίτι μ’ αρέσει πάρα πολύ.
Θα είμαι τόσο ευγενική και καλή, θα δεις, θα σφουγγαρίζω το πάτωμα, θα σου μαγειρεύω όλα τα γεύματα, θα γράφω το βιβλίο σου μαζί με το δικό μου, θα σου κάνω έρωτα δέκα φορές κάθε νύχτα κι άλλες τόσες κάθε μέρα, ακόμη κι αν αισθάνομαι λίγο κουρασμένη. Αγάπη μου.. είμαι σίγουρη ότι ποτέ δεν έκανες κάποιον τόσο ευτυχισμένο όσο έκανες εμένα.
Μπορείς να είσαι περήφανος. Φαίνεσαι πια τόσο κοντά, αν γυρίσω το κεφάλι μου θα σε δω αναπαυτικά ξαπλωμένο στο κρεβάτι μου, μισοκοιμισμένο και ζεστό, μου φαίνεται ότι μπορώ όποτε θέλω, να πάω να ξαπλώσω δίπλα σ’ αυτό το ζεστό και δυνατό σώμα. Το λαχταρώ.
Αγαπημένε μου, που είναι τόσο γλυκό να σ’ αγαπώ».

Σιμόν ντε Μπωβουάρ στον Ζαν Πωλ Σαρτρ...

Γεννήθηκε ως Simone Lucie Ernestine Marie Bertrand de Beauvoir στις 9 Ιανουαρίου του 1908 και πέθανε στις 14 Απριλίου του 1986. 
Η γαλλίδα συγγραφέας υπήρξε και φιλόσοφος και φεμινίστρια αλλά ανέπτυξε και πολλές άλλες ιδιότητες κατά τη διάρκεια της ζωής της η οποία σφραγίστηκε από τη σχέση της με τον Ζαν Πολ Σαρτρ.

Στα 15 της αποφάσισε ότι θα γίνει συγγραφέας, δεν παντρεύτηκε ποτέ από άποψη και δεν έκανε ποτέ παιδί με τον άνδρα που σημάδεψε τη ζωή της. Αυτό της έδωσε χώρο και χρόνο να διαβάσει, να διδάξει, να γράψει, να ταξιδέψει και να συνάψει μακροχρόνιες σχέσεις με άντρες και γυναίκες.

( από το ΄Βήμα' )




Ελεύθερη γυναίκα, ελεύθερη σχέση με τον Σαρτρ, δεν έκρυβε ποτέ τις ερωτικές της ιστορίες, ούτε προσπαθούσε να καλυφθεί πίσω από επιφάσεις καθωσπρεπισμού.
Στις 30 Σεπτεμβρίου του 1950, στέλνει επιστολή προς τον Αμερικανό συγγραφέα του μυθιστορήματος "Ο άνθρωπος με το χρυσό χέρι", Νέλσον Άλγκρεν, με τον οποίο διατηρούσε ερωτική σχέση από το 1947, όταν γνωρίστηκαν σε μια επίσκεψη της Μποβουάρ στο Σικάγο. 
Παρόλο που, σε γράμμα της προς τον Σαρτρ, τον περιέγραφε σαν "...τυπικό Αμερικανό με ανέκφραστο πρόσωπο και άκαμπτο σώμα...", ήταν ερωτευμένη μαζί του.
Όπως διηγείται στην αυτοβιογραφία της, γραμμένη το 1963, πριν φύγει από το Σικάγο είπε στον Άλγκρεν ότι πέρασε πολύ ωραία και ότι χαίρεται που είναι πραγματικοί φίλοι.
 "Δεν πρόκειται για φιλία", απάντησε εκείνος, 
"δεν μπορώ να σου προσφέρω τίποτα λιγότερο από έρωτα".
Συνέχισαν να επικοινωνούν μέχρι το 1964, οπότε εκείνος διέκοψε κάθε επαφή μαζί της, μετά την αμερικανική έκδοση της αυτοβιογραφίας της.


Αποσπάσματα από την επιστολή της Σιμόν Ντε Μποβουάρ προς τον Νέλσον Άλγκρεν

"Ξενοδοχείο Λίνκολν, Νέα Υόρκη
30 Σεπτεμβρίου, 1950

Νέλσον γλυκέ μου αγαπημένε,
είχες μόλις φύγει όταν ήλθε ένας χαμογελαστός άντρας και μου πρόσφερε ένα ωραίο, τρελό λουλούδι με δυο πουλάκια και την αγάπη του Νέλσον. Αυτό ήταν αρκετό για να χαλάσει τη σωστή συμπεριφορά μου. Ήταν δύσκολο να "μην κλαίω πια". Κι όμως, τα καταφέρνω καλύτερα στη στεγνή θλίψη απ' ότι στον ψυχρό θυμό, καθώς δεν έχυσα ούτε δάκρυ ως τώρα, έμεινα στεγνή σαν καπνιστό ψάρι. Η καρδιά μου όμως είναι μαλακή σαν το εσωτερικό σκοτεινής κρέμας. Περίμενα μιάμιση ώρα στο αεροδρόμιο εξαιτίας της κακοκαιρίας. Το αεροπλάνο από το Λος Άντζελες δε μπορούσε να προσγειωθεί γιατί είχε ομίχλη. Καλά έκανες κι έφυγες. Τούτη η τελική αναμονή είναι πάντα ατέλειωτη. Χάρηκα όμως που ήλθες. Σε ευχαριστώ που ήλθες και σε ευχαριστώ για τα λουλούδια και φυσικά για όλα τα άλλα. Περίμενα λοιπόν με ένα βυσσινί λουλούδι στο στήθος κάνοντας ότι διαβάζω ένα αστυνομικό βιβλίο του ΜακΝτόναλντ. Ύστερα φύγαμε. Το ταξίδι ήταν πολύ εύκολο, δεν κουνηθήκαμε καθόλου. 
Δεν κοιμήθηκα, αλλά προσποιήθηκα ότι διάβαζα το βιβλίο ως το τέλος, χαιδεύοντάς σε στα βάθη της σκοτεινής, ανόητης καρδιάς μου.
Η Νέα Υόρκη ήταν πανέμορφη. Ζεστή και ηλιόλουστη και γκρίζα συνάμα. Τι σαγηνευτική πόλη! Δεν πήγα στο Μπρίτανι, γιατί θα ράγιζε η καρδιά μου..."
............
"...Για άλλη μια φορά σε έβλεπα παντού, τα πάντα μου θύμιζαν εσένα....τώρα είναι εννιά...είμαι πολύ κουρασμένη. Ήρθα στο δωμάτιό μου να σου γράψω και να πιω ένα ουίσκυ. Δεν νομίζω όμως να μπορέσω να ξαπλώσω τώρα. Γύρω μου αισθάνομαι τη Νέα Υόρκη, πίσω μου το δικό μας καλοκαίρι. Θα κατέβω να περπατήσω και να ονειρευτώ, ώσπου να εξουθενωθώ τελείως.
Δεν είμαι λυπημένη, κατάπληκτη είμαι μάλλον, τελείως αποστασιοποιημένη από τον εαυτό μου. Δεν μπορώ να πιστέψω πως τώρα είσαι τόσο μακριά, εσύ που είσαι τόσο κοντά. 
Θέλω να σου πω μοναχά δυο λόγια πριν φύγω και μετά δεν θα ξαναπώ τίποτα, σου το υπόσχομαι. Πρώτα απ' όλα, ελπίζω με όλη τη δύναμη της ψυχής μου, θέλω, έχω ανάγκη να σε ξαναδώ μια μέρα. 
Σε παρακαλώ, όμως, μην ξεχνάς, δεν πρόκειται να ξαναζητήσω να σε δω - όχι από περηφάνεια, γιατί, όπως ξέρεις, δεν έχω περηφάνεια όσον αφορά εσένα. Η συνάντησή μας όμως θα σημαίνει κάτι μόνο αν την επιθυμείς κι εσύ. Οπότε θα περιμένω. Όταν το θελήσεις, δεν έχεις παρά να το πεις. Δεν θα συμπεράνω ότι μ' αγαπάς πάλι, ούτε είσαι υποχρεωμένος να κοιμηθείς μαζί μου και δεν χρειάζεται να μείνουμε πολύ καιρό μαζί. Όπως το αισθάνεσαι, όταν το αισθάνεσαι. Να ξέρεις όμως ότι πάντα θα λαχταρώ να μου το ζητήσεις. Όχι, δεν αντέχω να σκέφτομαι ότι δεν θα σε ξαναδώ ποτέ πιά. Έχασα την αγάπη σου και ήταν (είναι) οδυνηρό, δεν θα χάσω όμως κι εσένα..."
......
"...Σε αγαπώ όπως τότε που βρέθηκα στην απογοητευμένη σου αγκαλιά, δηλαδή με όλο μου το είναι, με όλη τη σκοτεινή μου καρδιά. Δεν μπορώ να σ' αγαπήσω λιγότερο. Αλλά αυτό δεν πρόκειται να σ' ενοχλήσει, γλυκέ μου, και ούτε θέλω να μου γράφεις από υποχρέωση..."
.......
"...Λοιπόν, τα λόγια ηχούν ανόητα. Σε νοιώθω τόσο κοντά, τόσο κοντά μου, άσε να σε πλησιάσω κι εγώ. Και άσε με, σαν τον παλιό καιρό, άσε με να μείνω ο εαυτός μου για πάντα.
Η δική σου Σιμόν"


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου