[...]
Τώρα τα βράδια κάθομαι σε μισοσκότεινα καφενεία και πίνω με πεθαμένους φίλους
αλλά κι όταν έφυγα απ’ τα παιδικά μου χρόνια κρατούσα ένα γράμμα που δεν έμαθα ακόμα πού πρέπει να το πάω
και για κακή μου τύχη οι άνθρωποι που αγάπησα ήταν κι αυτοί θνητοί.
Θυμάμαι τα παλιά προάστια και τα ηλιοτρόπια που σα μικροί αρχάγγελοι παράστεκαν τους κήπους θυμάμαι τις μικρές απόμερες κάμαρες όπου πέθανα για πράγματα που δε θα γνώριζα ποτέ
θυμάμαι τις γυναίκες που αποκοιμήθηκα πάνω στο στήθος τους ενώ τα μακρινά σφυρίγματα των τραίνων μ΄ έπαιρναν μαζί
θυμάμαι τα μεγάλα πλήθη στους δρόμους να τραγουδάνε τη Διεθνή.
Εξάλλου δε ζητήσαμε τη νίκη — μονάχα λίγη μουσική…
20 Απριλίου 1922 - 30 Οκτωβρίου 1988
Και μια μέρα θέλω να γράψουν στον τάφο μου :
έζησε στα σύνορα μιας ακαθόριστης ηλικίας
και πέθανε για πράγματα μακρινά που είδε κάποτε σ ένα αβέβαιο όνειρο...