Κυριακή 12 Μαΐου 2013

"Κουκλοθέατρο"



Η φρίκη ήρθε στο Τσέρυμπελ νωρίς το απόγευμα μιας αβάσταχτα ζεστής αυγουστιάτικης μέρας. Αλλά ίσως αυτό να είναι πλεονασμός. Κάθε αυγουστιάτικη μέρα στο Τσέρυμπελ της Αριζόνα είναι αβάσταχτα ζεστή. Το Τσέρυμπελ βρίσκεται στο 89ο χιλιόμετρο της Εθνικής Οδού, περίπου 64 χιλιόμετρα νότια του Τάξον και 48 χιλιόμετρα βόρεια από τα σύνορα του Μεξικού. Αποτελείται από δυο βενζινάδικα, ένα από κάθε πλευρά του δρόμου, για να αρπάζουν τους ταξιδιώτες από όποια μεριά και αν πηγαίνουν, ένα μπακάλικο, μια ταβέρνα με άδεια να πουλάει μόνο μπύρα και κρασί, ένα εμπορικό, παγίδα για τους τουρίστες που δεν μπορούν να περιμένουν μέχρι να φτάσουν στα σύνορα για να αρχίσουν να αγοράζουν ριγωτές κάπες και «χουαράτσες», ένα ερημωμένο μαγαζί που πούλαγε χάμπουργκερ και μερικά λασπόσπιτα, κατοικημένα από Μεξικανοαμερικάνους που δουλεύουν στο Νογκάλες, τη νότια μεθοριακή πόλη, και που, ένας θεός ξέρει γιατί, προτιμούν να ζουν στο Τσέρυμπελ και να πηγαινοέρχονται από το ένα μέρος στο άλλο, μερικοί με μοντέλο Φορντ Τ. Η πινακίδα στο κεντρικό δρόμο γράφει: Cherrybell, Pop. 42*, αλλά η πινακίδα υπερβάλλει- ο Ποπ πέθανε πέρυσι - ο Ποπ Άντερς, που κράταγε το έρημο πια μαγαζί για χάμπουργκερ - κι ο σωστός αριθμός θα 'πρεπε να 'ναι 41. 


Η Φρίκη ήρθε στο Τσέρυμπελ καβάλα σε ένα γάιδαρο, μ' οδηγό έναν παλιοβρωμιάρη γκριζογένη χρυσοθήρα - ποντικό της ερήμου, που αργότερα είπε ότι τον λένε Νταίηντ Γκραντ. Το όνομα της Φρίκης ήταν Γκαρβάν. Το ύψος του ξεπέρναγε τα 2.70, αλλά ήταν τόσο αδύνατος, σχεδόν σαν κλαράκι, που το βάρος του θα 'φτανε δε θα 'φτανε τα 45 κιλά. Το γέρικο γαϊδούρι του Νταίηντ τον σήκωνε εύκολα, παρά το γεγονός ότι τα δυο του πόδια σέρνονταν στην άμμο. Αν και σέρνονταν πάνω από 80 χιλιόμετρα - όπως αποδείχτηκε αργότερα - τα παπούτσια του, που έμοιαζαν περισσότερο με κοθόρνους, δεν είχαν υποστεί την παραμικρή φθορά' τα παπούτσια του ήταν όλο κι όλο το ντύσιμό του, αν εξαιρέσουμε κάτι που θα μπορούσε να 'ναι μαγιό σε γαλάζιο χρώμα αυγού τσίχλας. 
Αλλά δεν ήταν οι διαστάσεις του που τον έκαναν φριχτό στη θέα' ήταν το δέρμα του. Φαινόταν κόκκινο. Ματωμένο, σαν να τον είχαν γδάρει ζωντανό κι έμεινε για δέρμα η ματωμένη εσωτερική επιφάνεια. Το κρανίο και το πρόσωπό του ήταν εξίσου στενά και μακρουλά' παρόλ' αυτά έμοιαζε με άνθρωπο ή τουλάχιστον με ανθρωποειδές. Εκτός αν λάβουμε υπόψη μας τέτοιες μικρολεπτομέρειες, όπως τα γαλάζια στο χρώμα του αυγού της τσίχλας μαλλιά του, που ταίριαζαν με το μαγιό του, ή όπως τα μάτια και οι μπότες του. Ανοιχτά γαλάζια και κόκκινες σαν αίμα. 

Ο Κάζεϋ, ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας, ήταν ο πρώτος που τους είδε να 'ρχονται διασχίζοντας την πεδιάδα, ακολουθώντας την οροσειρά προς την ανατολή. Βγήκε στο κατώφλι της πίσω πόρτας της ταβέρνας του για να ανασάνει λίγο δροσερό, έστω ζεστό, αέρα. Τότε βρίσκονταν περίπου ένα χιλιόμετρο μακριά, και μπορούσε να δει την έκδηλη παραξενιά της μορφής που πήγαινε καβάλα στο γάιδαρο. Σε αυτή την απόσταση, μόνο την παραξενιά. Η φρίκη ήρθε μόνο όταν πλησίασαν. Ο Κάζεϋ έμεινε χάσκοντας μέχρι που το παράξενο τρίο έφτασε σ' απόσταση μισού χιλιομέτρου' τότε άρχισε να τους πλησιάζει αργά. 
Υπάρχουν άνθρωποι που το βάζουν στα πόδια στη θέα του άγνωστου, άλλοι που προχωρούν να το συναντήσουν. Ο Κάζεϋ προχώρησε να το συναντήσει. Έτσι λίγο πιο έξω, καμιά διακοσαριά μέτρα από το πίσω μέρος της μικρής ταβέρνας, τους συνάντησε. Ο Νταίηντ Γκραντ σταμάτησε και έριξε χάμω το σκοινί που τράβαγε το γάιδαρό του. Το ζώο στάθηκε ακίνητο και χαμήλωσε το κεφάλι του. Ο άνθρωπος - κλαρί δε χρειάστηκε να σηκωθεί παρά μόνο να πατήσει γερά στη γη και να σταθεί μ' ανοιχτά τα πόδια πάνω από το γαϊδούρι. Πέρασε το ένα πόδι του πάνω από το ζώο και στάθηκε ένα λεπτό στηρίζοντας τα χέρια του στην πλάτη του γαϊδουριού, έπειτα κάθισε πάνω στην άμμο. «Πλανήτης με μεγάλη βαρύτητα», είπε. «Δε μπορώ να σταθώ πολλή ώρα». «Μπορεί φέρει νερό γαϊδούρι;» ρώτησε τον Κάζεϋ ο χρυσοθήρας. «Πρέπει πολύ διψάει τώρα. Εγώ άφησε παγούρια νερό, άλλα πράγματα, μπορέσει ζώο σηκώσει...» 
Έδειξε με το δάχτυλο την κοκκινογάλαζη φρίκη. Ο Κάζεϋ μόλις τώρα άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι ήταν πράγματι φρίκη. Από μακριά ο χρωματικός συνδυασμός ήταν μόνο σε μικρό βαθμό αποτρόπαιος, αλλά από κοντά το δέρμα του ήταν άγριο, φαινόταν να 'χει φλέβες στην επιφάνεια, έμοιαζε υγρό, αν και δεν ήταν, και διάολε, πράγματι το δέρμα του ήταν σαν γδαρμένο, το μέσα έξω. Ή απλώς γδαρμένο, τέρμα. Ο Κάζεϋ δεν είχε δει ποτέ του κάτι τέτοιο, κι ευχόταν να μην ξανάβλεπε ποτέ. Ο Κάζεϋ ένιωσε κάτι πίσω του και γύρισε να κοιτάξει πάνω από τον ώμο του. Κι άλλοι είχαν δει κι έρχονταν, αλλά πιο κοντά του, σε απόσταση 100 μέτρων, βρίσκονταν δυο παιδιά. «Muchachos» φώναξε. «Agua por el burro. Un pozal. Pronto**». Ξανακοίταξε μπροστά του, κι είπε: «Τι...;» «Ποιος...;» 
«Εγώ Νταίηντ Γκραντ», είπε ο χρυσοθήρας, απλώνοντας το χέρι του, που ο Κάζεϋ κράτησε αφηρημένα. Μετά τη χειραψία, τέντωσε το χέρι του πάνω από τον ώμο του ποντικού της ερήμου, κι έδειξε το πράγμα που καθόταν στην άμμο. «Τ΄ όνομά του Γκαρβάν, όπως μου λέει. Είναι κάτι αλλόκοτο, και κάτι σαν υπουργός». 
Ο Κάζεϋ χαιρέτησε με μια κίνηση του κεφαλιού του τον άνθρωπο - κλαρί κι ευχαριστήθηκε που κι αυτός τον χαιρέτησε μ' ένα γνέψιμο, αντί να του απλώσει το χέρι. «Είμαι ο Μάνουελ Κάζεϋ», είπε. «Τι εννοεί, κάτι αλλόκοτο;» 
Η φωνή του ανθρώπου - κλαριού ήταν απροσδιόριστα βαθιά και παλλόμενη. «Είμαι εξωγήινος. Και με πλήρη εξουσιοδότηση». 
Παραδόξως, ο Κάζεϋ ήταν σχετικά μορφωμένος άνθρωπος και κατάλαβε και τις δυο προτάσεις. Προφανώς ήταν ο μόνος στο Τσέρυμπελ που θα μπορούσε να αντιληφθεί το νόημα της δεύτερης. Λιγότερο παράδοξο, αν λάβουμε υπόψη μας το παρουσιαστικό του ανθρώπου - κλαριού, είναι που τις πίστεψε και τις δυο. 
«Τι μπορώ να κάνω για σας, κύριε;» ρώτησε. «Αλλά πριν απ' όλα, ας τραβηχτούμε στη σκιά». 
«Όχι, ευχαριστώ. Κάνει λίγο περισσότερη ψύχρα από ότι μου 'χαν πει, αλλά νιώθω αρκετά άνετα. Η θερμοκρασία σας αντιστοιχεί με ένα δροσερό ανοιξιάτικο απόγευμα στον πλανήτη μου. Κι όσο για το τι μπορείτε να κάνετε για μένα, μπορείτε να ενημερώσετε τις αρχές για την άφιξή μου. Πιστεύω ότι θα τις ενδιαφέρει». 
Λοιπόν, σκέφτηκε ο Κάζεϋ, από καθαρή σύμπτωση έπεσε πάνω στον πιο κατάλληλο άνθρωπο, τουλάχιστον σε απόσταση 30 χιλιομέτρων. Ο Μάνουελ Κάζεϋ ήταν μισό Ιρλανδός, μισό Μεξικάνος. Είχε έναν ετεροθαλή αδερφό που ήταν μισό Ιρλανδός και μισό Αμερικάνος, κι ο ετεροθαλής αδερφός του ήταν σμήναρχος στην Αεροπορική Βάση Νταίηβις Μόνθαν, στο Τάξον. 
«Ένα λεπτό, κ. Γκαρβάν», είπε. «Θα τηλεφωνήσω αμέσως. Μήπως εσείς κ. Γκραντ θέλετε να 'ρθετε μέσα;» 
«Όχι, ντεν πειράζει. Εγώ κάθε μέρα έξω. Και Γκαρβάν είπε αν μείνει εγώ διαρκώς μαζί του, όσο τελειώσει δουλειά του, δώσει εμένα κάτι πολύτιμο. Κάτι ... ληκτρονικό...» 
«Ένα φορητό ηλεκτρονικό ανιχνευτή μεταλλευμάτων που λειτουργεί με μπαταρία», είπε ο Γκαρβάν. «Ένα απλό μηχανηματάκι που εντοπίζει την παρουσία μεταλλεύματος σε απόσταση 3 χιλιομέτρων, καθορίζει το είδος, το βαθμό, την ποσότητα και το βάθος». 
Ο Κάζεϋ ξεροκατάπιε, ζήτησε συγγνώμη και σπρώχνοντας δεξιά και αριστερά το συγκεντρωμένο πλήθος, έφτασε στην ταβέρνα του. Δε χρειάστηκε πάνω από ένα λεπτό για να μιλήσει στο σμήναρχο Κάζεϋ στο τηλέφωνο, αλλά του χρειάστηκαν άλλα τέσσερα για να τον πείσει ότι ούτε μεθυσμένος ήταν, ούτε αστειευόταν. Είκοσι πέντε λεπτά αργότερα ακούστηκε ένας θόρυβος στον ουρανό που όλο δυνάμωνε ώσπου έσβησε τελείως, καθώς ένα ελικόπτερο τεσσάρων θέσεων προσγειώθηκε κι έσβησε τη μηχανή του δέκα μέτρα πέρα από τον εξωγήινο, δυο άντρες κι ένα γάιδαρο. Μόνο ο Κάζεϋ είχε και πάλι το θάρρος να ξαναπλησιάσει το τρίο' υπήρχαν κι άλλοι θεατές, αλλά αυτοί κρατιόνταν ακόμα σε απόσταση. 
Ο σμηναγός Κάζεϋ, ένας επισμηναγός, ένας σμηναγός κι ένας υποσμηναγός - ο πιλότος του ελικοπτέρου - βγήκαν έξω κι ήρθαν τρέχοντας. Ο άνθρωπος - κλαρί σηκώθηκε σε όλο του το ύψος των 2.70 μέτρων' από την προσπάθεια που έκανε, μπορούσε κανείς να καταλάβει όταν ήταν συνηθισμένος σε βαρύτητα πολύ μικρότερη από αυτήν της γης. Υποκλίθηκε, επανέλαβε το όνομά του και την ιδιότητά του ως εξωγήινου και πλήρως εξουσιοδοτημένου, έπειτα ξανακάθισε χάμω ζητώντας συγγνώμη γι' αυτό, κι εξηγώντας γιατί ήταν απαραίτητο. Ο σμηναγός κι οι τρεις συνοδοί του συστήθηκαν κι αυτοί. «Και τώρα, τι μπορούμε να κάνουμε για σας, κ. Γκαρβάν;» 
Ο άνθρωπος - κλαρί έκανε μια γκριμάτσα - κάτι σαν χαμόγελο. Τα δόντια του είχαν το ίδιο ανοιχτογάλαζο χρώμα των μαλλιών και των ματιών του.
 «Συνήθως λέτε 'οδηγείστε με στον αρχηγό σας'. Εγώ δε ζητάω αυτό. Αντίθετα, πρέπει να μείνω εδώ. Ούτε ζητάω να φέρετε τους αρχηγούς σας σε μένα. Κάτι τέτοιο θα ήταν αγένεια. Είμαι απόλυτα σύμφωνος να τους αντιπροσωπεύσετε εσείς, να συζητήσω μαζί σας και να μου κάνετε διάφορες ερωτήσεις. Αλλά απαιτώ ένα πράγμα. Έχετε μαγνητόφωνα, Ζητώ να φέρετε ένα προτού μιλήσω ή απαντήσω στις ερωτήσεις σας. Θέλω να είμαι σίγουρος ότι το μήνυμα που ίσως λάβουν οι αρχηγοί σας θα είναι πλήρες και ακριβές». 
«Ωραία», είπε ο σμηναγός και στράφηκε στον πιλότο: «Υποσμηναγέ, ειδοποίησε με τον ασύρματο να μας στείλουν ένα μαγνητόφωνο, όσο πιο γρήγορα γίνεται. Θα μπορούσαν να μας το ρίξουν με αλεξιπ.... Όχι, αυτό θα μας φάει περισσότερη ώρα, να το ετοιμάσουν μόνο και μόνο για να το ρίξουν. Ας το στείλουν με ένα άλλο ελικόπτερο». 
Ο υποσμηναγός ετοιμάστηκε να εκτελέσει τη διαταγή. 
«Άκου! Και καμιά πενηνταριά μέτρα καλώδιο για προέκταση. Θα χρειαστεί να το βάλουμε στη πρίζα της ταβέρνας του Μάνυ». 
Ο υποσμηναγός άρχισε να τρέχει προς το ελικόπτερο. Οι άλλοι κάθισαν ιδρωμένοι και τότε ο Μάνουελ Κάζεϋ σηκώθηκε κι είπε: «Θα περιμένουμε μισή ώρα περίπου. Αν πρόκειται να κάτσουμε έξω στον ήλιο, ποιος θέλει ένα μπουκάλι κρύα μπύρα; Κύριε Γκαρβάν;» 
«Είναι κρύο ποτό; Κρυώνω λιγάκι. Θα προτιμούσα κάτι ζεστό, αν έχετε». 
«Καφέ, αμέσως. Να σας φέρω μια κουβέρτα;» 
«Όχι, ευχαριστώ. Δε χρειάζεται». 
Ο Κάζεϋ έφυγε και σε λίγο ξαναγύρισε κρατώντας ένα δίσκο με καμιά δεκαριά μπύρες κι ένα φλιτζάνι αχνιστό καφέ. Στο μεταξύ είχε γυρίσει κι ο υποσμηναγός. Ο Κάζεϋ ακούμπησε το δίσκο κάτω και σέρβιρε πρώτα τον άνθρωπο - κλαρί, που ρούφηξε τον καφέ κι είπε: «Νοστιμότατος!» Ο Σμηναγός Κάζεϋ ξερόβηξε: «Σέρβιρε το φίλο μας το χρυσοθήρα, Μάνυ. Όσο για μας, απαγορεύεται βέβαια να πιούμε σε ώρα υπηρεσίας, αλλά στο Τάξον η θερμοκρασία είχε φτάσει τους 45 Κελσίου στη σκιά, κι εδώ κάνει πιο ζέστη, και δεν είμαστε και στη σκιά. Κύριοι, θεωρείστε ότι βρίσκεστε επίσημα σε άδεια μέχρι να πιείτε τη μπύρα σας ή μέχρι να ΄ρθει το μαγνητόφωνο, όποιο από τα δυο συμβεί πρώτα». Η μπύρα τελείωσε πρώτη, αλλά μέχρι να τελειώσει και το τελευταίο μπουκάλι, φάνηκε και το δεύτερο ελικόπτερο. Ο Κάζεϋ ρώτησε τον άνθρωπο - κλαρί αν ήθελε και άλλο καφέ, αλλά αυτός αρνήθηκε ευγενικά. Ο Κάζεϋ έγνεψε στον Νταίηντ Γκραντ κι ο ποντικός της ερήμου του ανταπόδωσε το γνέψιμο. Έτσι ο Κάζεϋ πήγε να φέρει άλλα δυο μπουκάλια, ένα για τον καθένα τους, μια που αυτοί ήταν και γήινοι και πολίτες. Επιστρέφοντας συνάντησε τον υπολοχαγό που ερχόταν με το καλώδιο και γύρισε μέχρι το κατώφλι του μαγαζιού του για να του δείξει την πρίζα. Όταν ξαναβγήκε, είδε ότι το δεύτερο ελικόπτερο είχε φέρει, εκτός από το μαγνητόφωνο, ολόκληρο το πλήρωμά του. Είχαν έρθει εκτός από τον πιλότο, ένας σμηνίας - τεχνικός που ήταν έμπειρος στο χειρισμό του μαγνητοφώνου και που τώρα το τακτοποιούσε, ένας αντισμήναρχος και ένας αρχισμηνίας που 'ρθε μαζί τους για τη βόλτα ή από περιέργεια, για να δει γιατί ζητήθηκε εσπευσμένα, εναέρια, ένα μαγνητόφωνο στο Τσέρυμπελ της Αριζόνα. Στεκόντουσαν χάσκοντας μπροστά στον άνθρωπο - κλαρί και σιγοκουβεντιάζοντας μεταξύ τους. 
Ο σμήναρχος είπε ήρεμα: «Προσοχή!» κι όλοι σώπασαν αμέσως. «Καθείστε, κύριοι, παρακαλώ. Σε ένα πρόχειρο κύκλο. Σμηνία, αν τοποθετήσεις το μικρόφωνο στο κέντρο του κύκλου, θα μαγνητοφωνήσει καθαρά ότι ειπωθεί από μας;» 
«Μάλιστα. Είμαι σχεδόν έτοιμος». 
Δέκα άντρες και ένας ανθρωποειδής εξωγήινος κάθισαν σε ένα πρόχειρο κύκλο, με το μικρόφωνο να κρέμεται από 'να μικρό τρίποδο τοποθετημένο περίπου στο κέντρο του κύκλου. Οι άνθρωποι έχυναν άφθονο ιδρώτα' ο ανθρωποειδής εξωγήινος έτρεμε ελαφρά. Ακριβώς έξω από τον κύκλο, ο γάιδαρος στεκόταν κατσουφιασμένος, με το κεφάλι του χαμηλωμένο. Πλησιάζοντας αργά, αλλά πάντα σε απόσταση όχι μικρότερη από πέντε μέτρα βρίσκονταν διασκορπισμένοι σε ένα ημικύκλιο όλοι οι κάτοικοι του Τσέρυμπελ, που πρωτύτερα ήταν στα σπίτια τους' τα μαγαζιά και τα βενζινάδικα που είχαν αδειάσει. Ο σμηνίας - τεχνικός πάτησε ένα κουμπί κι η μαγνητοταινία άρχισε να γυρίζει. «Δοκιμή... δοκιμή...», είπε. Μετά πάτησε δυο άλλα κουμπιά, κι ύστερα από λίγα δευτερόλεπτα ακούστηκε από το μεγάφωνο του μαγνητοφώνου. «Δοκιμή... δοκιμή...» Δυνατά και καθαρά. Ο σμηνίας ξαναγύρισε την ταινία στην αρχή της έσβησε ότι είχε γραφτεί και πάτησε το «στοπ». «Όταν πατήσω το επόμενο κουμπί», είπε στον σμήναρχο, «θα είμαστε έτοιμοι για μαγνητοφώνηση». Ο σμήναρχος στράφηκε στον πανύψηλο εξωγήινο, που του έγνεψε καταφατικά, έπειτα έκανε νόημα στο σμηνία. Αυτός με τη σειρά του πάτησε το κουμπί. 
«Ονομάζομαι Γκαρβάν», άρχισε ο άνθρωπος - κλαρί, αργά και καθαρά. 
«Έρχομαι από έναν πλανήτη ενός άστρου που δεν βρίσκεται στους αστρικούς σας καταλόγους, αν και το σφαιρικό συγκρότημα των 90000 αστέρων στο οποίο ανήκει, σας είναι γνωστό. Η απόστασή του από δω είναι μεγαλύτερη από 4000 έτη φωτός, με διεύθυνση προς το κέντρο του γαλαξία. »Όμως δε βρίσκομαι εδώ σαν αντιπρόσωπος του πλανήτη μου ή του λαού μου, αλλά σαν πληρεξούσιος πρεσβευτής της Γαλαξιακής Ένωσης, μιας Ομοσπονδίας των φωτισμένων πολιτισμών του γαλαξία, που έχει δημιουργηθεί για το κοινό όφελος. Μου έχουν αναθέσει να σας επισκεφθώ και να αποφασίσω, εδώ και τώρα, αν πρόκειται ή όχι να σας προταθεί να προσχωρήσετε στην Ομοσπονδία μας. Μπορείτε τώρα να μου υποβάλετε ελεύθερα ερωτήσεις. Διατηρώ όμως το δικαίωμα να αναβάλω την απάντηση μερικών από αυτές, μέχρι να αποφασίσω οριστικά. Αν η απόφασή μου είναι ευνοϊκή, τότε θα απαντήσω σε όλες τις ερωτήσεις, ακόμα και σε αυτές που στο μεταξύ είχα αναβάλει την απάντησή τους. Είστε ικανοποιημένοι;» 
«Ναι», απάντησε ο σμήναρχος. «Πώς φτάσατε ως εδώ; Με διαστημόπλοιο;»
 «Σωστό. Βρίσκεται από πάνω μας τώρα, σε τροχιά 35000 χιλιομέτρων. Περιστρέφεται δηλαδή γύρω από τη γη και στέκεται ακριβώς πάνω από αυτό το σημείο. Από εκεί με παρακολουθούν, κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που προτιμώ να κάθομαι έξω. Θα τους δώσω σήμα, όταν θελήσω να έρθουν να με πάρουν». 
«Πώς γνωρίζετε τη γλώσσα μας τόσο καλά; Έχετε τηλεπάθεια;» 
«Όχι. Και σε κανένα μέρος του Γαλαξία, σε καμιά φυλή δεν υπάρχει ον που να 'χει τηλεπάθεια παρά μόνο ανάμεσα στους δικούς του. Έμαθα τη γλώσσα σας γι' αυτόν ειδικά το σκοπό. Είχαμε παρατηρητές ανάμεσά σας επί πολλούς αιώνες' λέγοντας 'είχαμε' εννοώ φυσικά τη Γαλαξιακή Ένωση. Εγώ βέβαια δε θα μπορούσα να περάσω για άνθρωπος, αλλά είναι άλλα είδη που μπορούν. Θα πρέπει να σας πω ότι δεν είναι ούτε κατάσκοποι, ούτε πράκτορες' δεν προσπάθησαν να σας βλάψουν με κανένα τρόπο' είναι απλά και μόνο παρατηρητές». 
«Τι οφέλη θα 'χουμε αν προσχωρήσουμε στην Ένωση σας, αν φυσικά μας ζητηθεί και δεχτούμε;» ρώτησε ο σμήναρχος. 
«Πρώτα - πρώτα μια γρήγορη εξέλιξη στον τομέα των θεμελιωδών κοινωνικών επιστημών, που θα βάλει τέρμα στην τάση σας να πολεμάτε μεταξύ σας και θα σταματήσει ή τουλάχιστον θα ελέγχει την επιθετικότητά σας. Αν δούμε ότι το πετύχατε αυτό ικανοποιητικά κι ότι είναι ακίνδυνο για σας, θα σας προσφέρουμε διαστημικά ταξίδια και πολλά άλλα, ανάλογα με το ρυθμό που θα τα αφομοιώνετε». 
«Κι αν δε μας ζητηθεί να προχωρήσουμε, ή αν αρνηθούμε;» 
«Τίποτα. Θα μείνετε μόνοι σας' ακόμα κι οι παρατηρητές μας θα αποσυρθούν. Θα αφεθείτε στη μοίρα σας' είτε θα καταστήσετε τον πλανήτη σας ακατοίκητο και μη κατοικήσιμο πια μέσα στον επόμενο αιώνα, είτε θα αναπτύξετε μόνοι σας τις κοινωνικές επιστήμες, θα ξαναγίνετε υποψήφιοι για συμμετοχή και θα σας ξαναπροταθεί να προσχωρήσετε στην Ένωση. Θα κάνουμε έναν έλεγχο κατά διαστήματα κι όταν δούμε ότι δεν πρόκειται να αυτοκαταστραφείτε, τότε θα σας ξαναπλησιάσουμε». 
«Γιατί βιάζεστε τόσο, τώρα που είσαστε εδώ; Γιατί δε μένετε όσο χρειάζεται για να συζητήσετε με τους αρχηγούς μας, όπως τους αποκαλείτε;» 
«Αποκλείεται. Ο λόγος δεν είναι σημαντικός, αλλά πολύπλοκος, κι απλώς δε θέλω να χάσω χρόνο εξηγώντας τον».
 «Ας υποθέσουμε ότι η απόφασή σας είναι ευνοϊκή, πως θα έρθουμε σε επαφή μαζί σας για να σας πούμε τη δική μας; Μας γνωρίζετε, όπως φαίνεται, αρκετά καλά, ώστε να ξέρετε ότι δεν είμαι εγώ αυτός που θα αποφασίσει». 
«Θα μάθουμε την απόφασή σας από τους παρατηρητές μας. Μια προϋπόθεση ότι δέχεστε είναι η πλήρης και όχι λογοκριμένη δημοσίευση στις εφημερίδες σας αυτής της συνέντευξης, λέξη προς λέξη από την ταινία που χρησιμοποιούμε τώρα για να τη μαγνητοφωνήσουμε. Επίσης όλων των συσκέψεων και αποφάσεων της κυβέρνησής σας». 
«Κι οι άλλες κυβερνήσεις; Δεν μπορούμε να αποφασίσουμε μονόπλευρα για όλο τον κόσμο».
 «Η κυβέρνησή σας εκλέχτηκε για να γίνει μια αρχή. Αν δεχτείτε θα σας υποδείξουμε τις μεθόδους που θα κάνουν τους άλλους να συμφωνήσουν γρήγορα - χωρίς χρησιμοποίηση ή απειλή βίας». 
«Θα πρέπει να είναι καταπληκτικές μέθοδοι», είπε ο σμήναρχος μορφάζοντας, «αν κάνουν μια συγκεκριμένη χώρα, που δεν χρειάζεται να αναφέρω, να συμφωνήσει μαζί μας χωρίς απειλές». «Μερικές φορές η προσφορά μιας ανταμοιβής είναι πιο σημαντική από τη χρήση απειλής. Πιστεύετε ότι η χώρα που δεν θέλετε να αναφέρετε, θα χαρεί αν δημιουργήσετε εσείς αποικίες σε πλανήτες μακρινών αστέρων, προτού καν φτάσουν αυτοί στο φεγγάρι; Αλλά αυτό είναι σχετικά δευτερεύον. Μπορείτε να έχετε εμπιστοσύνη στις μεθόδους μας». 
«Μοιάζει πολύ ωραίο για να είναι αληθινό. Αλλά είπατε ότι πρόκειται να αποφασίσετε, εδώ και τώρα, αν πρόκειται να μας προτείνετε να προσχωρήσουμε ή όχι. Θα μπορούσα να μάθω σε ποιούς παράγοντες θα βασιστείτε;» 
«Ένας είναι ότι θα ελέγξω - ή μάλλον έλεγξα, γιατί το έχω ήδη κάνει - το βαθμό της ξενοφοβίας σας. Με τη χαλαρή έννοια που αποδίδετε στον όρο, αυτό σημαίνει φόβο για τους ξένους. Έχουμε μια λέξη που δεν αντιστοιχεί σε καμιά δική σας: σημαίνει φόβο και απέχθεια για το άγνωστο, το αλλόκοτα 'ξένο'. Διάλεξαν εμένα - ή κάποιον τέλος πάντων του είδους μου - για να έρθω σε μια πρώτη ανοιχτή επαφή μαζί σας. Επειδή είμαι κάτι που θα αποκαλούσατε περίπου ανθρωποειδές - όπως εσείς είστε κάτι που θα αποκαλούσα περίπου ανθρωποειδές - σας είμαι προφανώς πιο φριχτός, πιο απωθητικός από ότι άλλα είδη τελείως διαφορετικά. Επειδή είμαι για σας μια καρικατούρα, ένα κακέκτυπο ανθρώπινου όντος, με βρίσκετε πιο φριχτό από ότι ένα ον που δε θα σας έμοιαζε καθόλου. Μπορεί να σκέφτεστε ότι πράγματι σας προξενώ φρίκη και απέχθεια, αλλά, πιστέψτε με, περάσατε τα τεστ με επιτυχία. Υπάρχουν είδη στο Γαλαξία που δε θα μπορέσουν ποτέ να γίνουν μέλη της Ομοσπονδίας, ανεξάρτητα από την όλη τους ανάπτυξη, γιατί πάσχουν από βίαιη και αγιάτρευτη ξενοφοβία' δε θα μπορούσαν ποτέ να αντικρίσουν ή να μιλήσουν σε έναν 'ξένο' οποιουδήποτε είδους. Ή θα το 'βαζαν στα πόδια ουρλιάζοντας ή θα προσπαθούσαν να τον σκοτώσουν στη στιγμή. Κοιτάζοντας εσάς κι αυτούς τους ανθρώπους» - είπε δείχνοντας με το μακρύ του χέρι τους πολίτες του Τσέρυμπελ που στέκονταν σε μικρή απόσταση από τον κύκλο τους - «ξέρω ότι νιώθετε απέχθεια στη θέα μου, αλλά πιστέψτε με, είναι σχετικά μικρή κι οπωσδήποτε όχι αγιάτρευτη. Πετύχατε σε αυτό το τεστ ικανοποιητικά». 
«Υπάρχουν κι άλλα τεστ;» 
«Ακόμα ένα. Αλλά πιστεύω ότι ήρθε η ώρα να...» 

Αντί να τελειώσει την πρότασή του, ο άνθρωπος - κλαρί ξάπλωσε φαρδύς - πλατύς στην άμμο κι έκλεισε τα μάτια του. Ο σμήναρχος αναπήδησε. «Τι διάβολο;» είπε. Πέρασε γρήγορα γύρω από το τρίποδο με το μικρόφωνο κι έσκυψε πάνω από τον ξαπλωμένο εξωγήινο, ακουμπώντας τ΄ αυτί του πάνω στο στήθος του, που έμοιαζε σαν ματωμένο. Καθώς σήκωσε το κεφάλι του, ο Νταίηντ Γκραντ, ο ψαρομάλλης χρυσοθήρας, κάγχασε ελαφρά: «Δε χτυπά η καρδιά του, Σμήναρχε, γιατί δεν έχει καρδιά. Αλλά μπορώ να σας τον αφήσω εδώ σαν αναμνηστικό και θα βρείτε μέσα του πράγματα πολύ πιο ενδιαφέροντα από καρδιές και σπλάχνα. Ναι, είναι μια κούκλα που χειρίστηκα, όπως ο δικός σας, ο Έντγκαρ Μπέργκεν χειρίζεται τον - αλήθεια, πως τον λένε; - α, ναι, τον Τσάρλυ ΜακΚάρθυ του. Τώρα που εκπλήρωσε τον προορισμό του, έχει απενεργοποιηθεί. Γυρίστε στη θέση σας, Σμήναρχε"

Ο Σμήναρχος Κάζεϋ γύρισε στη θέση του αργά. «Γιατί;» είπε. 
Ο Νταίηντ Γκραντ τράβηξε τα γένια του και την περούκα του. Έτριψε με ένα ύφασμα το πρόσωπό του για να το καθαρίσει από το μαίηκ - απ, κι άφησε να φανεί το όμορφο, νεανικό του πρόσωπο. Είπε: «Ότι σας είπε, ή ότι ειπώθηκε μέσω αυτού, ήταν αλήθεια, ως εδώ. Ναι, είναι βέβαια μόνο ένα ομοίωμα και τίποτα παραπάνω, αλλά είναι το ακριβές πανομοιότυπο μιας από τις διακεκριμένες φυλές του Γαλαξία, εκείνης που, σύμφωνα με τους ψυχολόγους μας, θα σας προκαλούσε - αν υποφέρατε από σφοδρή κι αγιάτρευτη ξενοφοβία - την πιο έντονη φρίκη. Αλλά δε φέραμε ένα αληθινό μέλος του είδους του, γιατί πάσχουν από μια δική τους φοβία, την 'αγοραφοβία' - το φόβο του διαστήματος. 
Οι παρατηρητές μας μας βεβαιώνουν ότι εσείς δεν έχετε αυτή τη φοβία. Αλλά δεν ήταν σε θέση να κρίνουν από πριν το βαθμό της ξενοφοβίας σας, κι ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό ήταν να σας φέρουμε κάτι αντί για κάποιον, για να σας δοκιμάσουμε και για να κάνει προφανώς τις πρώτες επαφές». 

Ο συνταγματάρχης αναστέναξε βαθιά: 
«Δεν μπορώ να πω ότι δεν ανακουφίστηκα από μια άποψη. Θα μπορούσαμε να τα βγάλουμε πέρα με ανθρωποειδή, και θα το κάνουμε όταν χρειαστεί. Αλλά ομολογώ ότι νιώθω ανακούφιση μαθαίνοντας ότι το κυρίαρχο είδος του Γαλαξία, είναι στο κάτω - κάτω ο άνθρωπος κι όχι κάποιο ανθρωποειδές. Ποιο είναι το δεύτερο τέστ;» 
«Το περνάτε αυτή τη στιγμή. Μπορείτε να με λέτε....» χτύπησε τα δάχτυλά του: «Ποιο είναι το όνομα της δεύτερης κατά σειρά κούκλας του Μπέργκεν, μετά τον Τσάρλυ ΜακΚαρθυ;» 

Ο σμήναρχος δίστασε, αλλά ο σμηνίας - τεχνικός απάντησε: «Μόρτιμερ Σνερντ». 
«Σωστά! Να με λέτε λοιπόν Μόρτιμερ Σνερντ, και τώρα νομίζω ότι ήρθε η ώρα να...»
 Ξαπλώθηκε φαρδύς - πλατύς στην άμμο, κι έκλεισε τα μάτια του, όπως ακριβώς είχε κάνει κι ο άνθρωπος - κλαρί λίγο πριν. Ο γάιδαρος ανασήκωσε το κεφάλι του και το 'βαλε μέσα στον κύκλο, πάνω από τον ώμο του λοχία. 
«Τελειώσαμε με τις κούκλες σμήναρχε», είπε. «Και τώρα, τι νόημα έχει αν το κυρίαρχο είδος είναι άνθρωπος ή έστω ανθρωποειδές; 
Τι είναι κυρίαρχο είδος;»


Fredrick Brown "puppet show"  (1962)
μτφ  Νικόλ Αμιέλ 


Ο Fredrick Brown (1906-1972) είναι ένας πολυγραφότατος συγγραφέας διηγημάτων και μυθιστορημάτων στο χώρο του φανταστικού , με ΄ειδικότητα΄ στις μικρές ιστορίες . Λάτρης των λέξεων και των σημείων στίξης, απολάμβανε το παιχνίδι με τις πολλαπλές ερμηνείες που μπορούν να δοθούν σε κάθε φράση



"Ο τελευταίος άνθρωπος στη γη καθόταν στην πολυθρόνα του, όταν χτύπησε η πόρτα.. "  

(κατέχει τον τίτλο της συντομότερης ιστορίας τρόμου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου