Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011







Οι άνθρωποι το πιο συχνά
Δεν ξέρουν τι να κάνουνε τα χέρια τους



Τα δίνουν - τάχα χαιρετώντας - σ' άλλους
Τ' αφήνουνε να κρέμονται σαν αποφύσεις άνευρες
Ή - το χειρότερο - τα ρίχνουνε στις τσέπες τους
και τα ξεχνούνε

Στο μεταξύ ένα σωρό κορμιά μένουν αχάιδευτα
Ένα σωρό ποιήματα άγραφα



Αργύρης Χιόνης
από τη συλλογή Λεκτικά τοπία, 1983

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

Απολογία του Ν Καζαντζάκη (αποσπάσματα)




Η απολογία του Νίκου Καζαντζάκη στην ανακριτική αρχή τουΗρακλείου, που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 1925, δεν αποτελεί μόνο ένα έξοχο πολιτικό κείμενο αλλά είναι και δραματικά επίκαιρη σήμερα, την εποχή της κρίσης. Μιας εποχής που η σύγχιση, οι πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις αλλά και αντιφάσεις στον πολιτικό λόγο κυριαρχούν.

Παρακάτω, παραθέτουμε ένα τμήμα της διάσημης "απολογίας του Καζαντζάκη"






1- Πιστεύω ότι το σύγχρονον αστικόν καθεστώς κατέστη ανίκανον να ρυθμίσει τας συγχρόνους ανάγκας και ανησυχίας του κοινωνικού συνόλου.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΣ.-Στηρίζεται εις την άνισον κατανομήν του πλούτου, εις την ασύστολον εκμετάλλευσιν των εργαζομένων τάξεων υπό αρπακτικής ισχυρώς ωργανωμένης κεφαλαιοκρατίας.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΣ.-Η ολοένα καταρρέουσα ηθική βάσις εις τας σχέσεις μεταξύ των ατόμων, παραλύει οιανδήποτε, εντός του αστικού καθεστώτος, προσπάθειαν όπως στηριχθή επί ηθικών αρχών ατομική, οικογενειακή και κοινωνική ζωή των ανθρώπων.

ΠΟΛΙΤΙΚΩΣ.-Η σχεδόν καθολική έλλειψις κάθε ενδιαφέροντος δια τα κοινά, ή σχεδόν αποκλειστική εξυπηρέτησις της αρχούσης τάξεως υπό της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, εις βάρος της μεγίστης πλειονοψηφίας του λαού, καθιστά ανεπαρκή και επιπολαίαν οιανδήποτε αλλαγήν προσώπων ή θεσμού.

Ταύτα πάντα θεωρώ συμπτώματα της παρακμής μιας τάξεως. Η αστική τάξις απέδωκεν-και εις θαυμαστήν ποσότητα και ποιότητα-ό,τι ηδύνατο εις την σκέψιν, εις την τέχνην, εις την επιστήμην, εις την πράξιν. Επάλαισεν εναντίον της προηγούμενης της Φεουδαλικής ιδεολογίας, ενίκησεν, εδημιούργησεν, εξετέλεσεν τον προορισμόν της-αρχίζει ν’ αποσυντίθεται και να βαίνει εις εξαφάνισιν.

Τοιούτος υπήρξε πάντοτε ο ρυθμός της ιστορίας. Μια τάξις, εκάστοτε εναλάσσουσα-οι βασιλείς, οι ευγενείς, οι αστοί-γεννάται, παλαίει, νικά, δημιουργεί, και εξαφανίζεται. Και άλλη τάξις την διαδέχεται, διαγράφουσα και αυτή, εις την πάροδον των αιώνων, την ιδίαν μοιραίαν τροχιάν.

Ζώμεν, ακλονήτως πιστεύω, το τέλος μιας κοινωνικής τάξεως, της αστικής.

ΙΙ- Ποία τάξις θα την διαδεχθή; Η τάξις των εργαζομένων-είτε εργάται είνε ούτοι, είτε αγρόται, είτε πνευματικοί παραγωγοί.

Η τάξις αύτη διήλθε προς ενός ήδη αιώνος, το πρώτον στάδιον της πορείας της, καθ’ ό προσεπάθει να εξεγείρη τις τας τάξεις των αστών το αίσθημα της φιλανθρωπίας και δικαιοσύνης, υπέρ των πεινώντων και αδικουμένων και ικέτευεν εξ ονόματος υψηλών ηθικών αρχών, να βελτιωθούν οι όροι της ζωής.

Ταχέως όμως σαφώς αντελήφθη ότι η πάλη των τάξεων είνε νόμος ιστορικός, αναπόφευκτος και όπως τα άτομα ούτω και οι λαοί, ούτω και αι κοινωνικαί τάξεις, διατρέχουν μοιραίως τα στάδια της γεννήσεως, της ακμής και της φθοράς.

Ουδεμία τάξις έμενε δια παντός εις την εξουσίαν. Η αστική τάξις θ’ ακολουθήση και αυτή, τον απαράγραπτον φυσιολογικόν νόμον και τότε η τάξις των εργαζομένων μοιραίως θα την διαδεχθή.

Η επίγνωσις αύτη κατέστη η αφετηρία μιας νέας όλως βαθυτέρας, αντιλήψεως των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων της τάξεως των εργαζομένων. Αντελήφθη δια πρώτην φοράν ότι χρέος έχει να οργανωθεί, να μορφωθή, να διατυπώση ωρισμένον πρόγραμμα, αφού είνε κεκλημένη, από ιστορικήν ανάγκην αργά ή γρήγορα να διαδεχθή την άρχουσαν σήμερον αστικήν τάξιν.

Τοιουτοτρόπως συγάσσονται, συνειδητά πλέον, αναγκασμέναι από τον ιστορικόν ρυθμόν, τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα.

Τον ρυθμόν τούτον επετάχυνεν απροσδοκήτως ο εκραγείς παγκόσμιος πόλεμος. Ο πόλεμος ούτος μετέβαλε την ψυχικήν ατμόσφαιραν του κόσμου ότι θ’ απήτει γενεά ολόκληρος δια να γίνη καταληπτόν έπειτα από την φοβεράν ταύτην δοκιμασίαν της ανθρωπότητος, αμέσως όχι μόνον γίνεται ιδέα αντιληπτή, αλλά και αγωνίζεται να μετουσιωθή εις πράξιν.

Η ψυχική αύτη μεταπολεμική αγωνία η οξεία συναίσθησις πως είνε ανάγκη πλέον να εξευρεθή μια λύτρωσις από την οικονομικήν αυτήν κοινωνικήν πολιτικήν και πνευματικήν αθλιότητα, αποτελεί σήμερον την Μεγάλην παγκόσμιον Πραγματικότητα.

ΙΙΙ- Απέναντι της Μεγάλης ταύτης παγκοσμίου Πραγματικότητος, έχομεν την Μικράν πραγματικότητα την καθαρώς τοπικήν της Ελλάδος.

Ποία είναι η Ελληνική αύτη πραγματικότης και ποία κατ’ ανάγκην ανακύπτει η σχέσις μεταξύ της Μεγάλης και της Μικράς Πραγματικότητας;

Μόνον εάν σαφώς απαντήσωμεν εις το ερώτημα τούτο θα ημπορέσωμεν ν’ αντιληφθώμεν το σύγχρονον ημών χρέος ως Ελλήνων και ως ανθρώπων.

Εις την Ελλάδα δεν υπάρχει ακόμη εις τόσην οξύτητα και έντασιν όσον εις άλλους βιομηχανικώς ή πνευματικώς περισσότερον προηγουμένας χώρας, η σαφής διαγραφή της πάλης των τάξεων. Εν τούτοις, σήμερον, με τα μέσα της συγκοινωνίας, με τα βιβλία, με τας εφημερίδας, με τας διαλέξεις, με την εργατικήν παγκόσμιον αλληλεγγύην, με την φοβεράν και γονιμωτάτην πείραν του μακροχρονίου πολέμου, μία Ιδέα δεν δύναται να εντοπισθή εις μίαν χώραν, αλλά υπερπηδά ταχύτατα τα σύνορα και διατρέχει όλην την γην.

Δια τούτο, είτε θέλομεν είτε μη, είτε είμεθα ώριμοι είτε μη, η παγκόσμιος αύτη Ιδέα, η οποία εις πολλάς ήδη χώρας ήρχισε να μεταβάλλεται εις τεραστίαν δύναμιν-θα παρασύρη και την Ελλάδα, χωρίς να την περιμένει να ωριμάση Βιομηχανικώς ή πνευματικώς. Η μικρά τοπική πραγματικότης θα παρασυρθή από την Μεγάλην.

Ποίον λοιπόν είναι το χρέος μας; Πιστεύω βαθύτατα ότι το χρέος των δυνάμενων να έχωσιν επίδρασιν εις τον τόπον μας, είτε επί του πεδίου της σκέψεως είτε επί του πεδίου της δράσεως είναι τούτο:

Να προσαρμόσωμεν την μικράν μας Πραγματικότητα εις την
Μεγάλην. Πώς; Μορφώνοντες, φωτίζοντες τον λαόν, τονώνοντες τας ανωτέρας ηθικάς Αρχάς που απομένουν ακόμη, καταδεικνύοντες όχι μόνον πλέον τα δικαιώματα, αλλά και τας υποχρεώσεις άς έχει μία τάξις ήτις μέλλει ν’ αναλάβη ευθύνας.

Μόνον εάν τοιουτοτρόπως προπαρασκευάσωμεν τον λαόν, θα είμεθα εις θέσιν, όταν θα έλθη η μοιραία κρίσιμος στιγμή, να προσαρμόσωμεν την σημερινήν παγκόσμιον ορμήν προς αναδημιουργίαν με τας ιδιαιτέρας συνθήκας του τόπου μας, με την ειδικήν ψυχολογίαν της ιστορίας και του λαού μας.

Ο αγών, όπως τον αντιλαμβάνωμαι, δεν είναι απλώς οικονομικός. Η οικονομική χειραφέτησις είναι μόνον μέσον προς ψυχικήν και πνευματικήν χειραφέτησιν του ανθρώπου. Δεν ζητούμεν ν’ ανατρέψωμεν την θρησκείαν, την οικογένειαν, την Πατρίδα, αλλά να δώσωμεν ανώτερον, βαθύτερον περιεχόμενον εις την θρησκείαν, εις την οικογένειαν, εις την Πατρίδα.

Ολοι, όσοι πονούμεν τον άνθρωπον, έχομεν χρέος α) να μην ανεχώμεθα πλέον την αδικίαν και την ανηθικότητα της συγχρόνου κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής β) να διασώσωμεν και να τονίσωμεν το δικαίωμα, το οποίον έχει ο λαός να θέλη να βελτιώση την θέσιν του. Και όχι μόνον το δικαίωμα αλλά και την δύναμιν να υψώση το επίπεδον της όλης ζωής του.

Σκοπός μας είναι να δημιουργήσωμεν μίαν ανωτέραν ηθικήν, να φέρωμεν δικαιοσύνην εις τον κόσμον, να δώσωμεν βαθυτέραν έννοιαν εις την αρετήν, εις την τιμήν, εις την ανθρωπότητα.

Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ


(πηγή  :   Εδώ (Insider)

25η ενός Μάρτη



«Σκέφτηκα να σου μιλήσω για τον Καραϊσκάκη, αλλά το μυαλό σου θα πάει στο γήπεδο.
Σκέφτηκα να σου μιλήσω για το 21, αλλά ο νους σου θα πάει στην Ορίτζιναλ.
Συλλογίστηκα πολύ για να καταλήξω, αν αξίζει να σε ταλαιπωρήσω για κάτι τόσο μακρινό, τόσο ξένο.
Δύο αιώνες πίσω κάποια γεγονότα, τι να λένε σε σένα; Σε σένα που βιάζεσαι να φύγεις, να πας για τσιγάρο, για καφέ ή για κάτι άλλο ...;



Θα σου μιλήσω λοιπόν προσωπικά.
Εγώ, ο δάσκαλος που δούλεψα ένα χρόνο σ' αυτό το σχολείο και σε δεκαπέντε μέρες φεύγω γι' αλλού, σε σένα που είσαι εδώ ένα, δύο, τρία ή και περισσότερα χρόνια, θα σου μιλήσω σταράτα, για να σου εκφράσω δυο σκέψεις μου:

Οι μαθητές που συνάντησα μέσα στις τάξεις, οι μαθητές που δίδαξα φέτος, στη συντριπτική τους πλειονότητα με σεβάστηκαν, αν και δεν ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις του μαθήματος.
Πολλοί όμως από τους υπόλοιπους μαθητές δε με σεβάστηκαν, με προσέβαλαν κατ' επανάληψη. Με έργα, με λόγια, με ύβρεις. Δείχνοντας ένα χαρακτήρα κι ένα ήθος που με σόκαρε, που μ' έβαλε σε μελαγχολικές σκέψεις.

Αυτό το φαινόμενο αποδεικνύει πως κάτι σάπιο υπάρχει σ' αυτό το σχολείο, πως, εκτός του γνωστικού ελλείμματος, το συγκεκριμένο σχολείο χωλαίνει δραματικά και στο ηθικοπλαστικό του έργο, στη διαμόρφωση δηλαδή των μαθητικών ψυχών και πνευμάτων.
Και η ευθύνη γι' αυτή την αποτυχία είναι ευθύνη αποκλειστικά δική μας: των δασκάλων σας και των γονιών σας.
Δεν έχουμε κατορθώσει να σας δείξουμε πως, χωρίς αρχές, η ζωή σας αύριο θα είναι μια κόλαση, πως, χωρίς όνειρα και στόχους, θα χρειαστείτε υποκατάστατα, θα καταφύγετε πιθανόν σ' επιλογές που θα σας ξεφτιλίσουν, θα σας κάνουν να σιχαίνεστε τον εαυτό σας, θα σας γεμίσουν τη ζωή πλήξη και κούραση, θα σας γεράσουν πρόωρα.

Αν όμως θέλετε μια συμβουλή από ένα δάσκαλο, σκεφτείτε το παράδειγμα του Μακρυγιάννη, που έφτασε αγράμματος μέχρι τα πενήντα σχεδόν, για να καταλάβει τότε, πως η μόρφωση, η καλλιέργεια, ήταν το όπλο που έλειπε απ' την προσωπική του θήκη. Και κάθισε με πολλή δυσκολία και χωρίς δάσκαλο κι έμαθε πέντε κολλυβογράμματα, για να μας πει την ιστορία του βίου του, το παραμύθι της επανάστασης των υπόδουλων Ρωμιών.
Αυτό το παράδειγμα είναι για σένα το πιο κατάλληλο, και μπορείς τριάντα χρόνια νωρίτερα από το στρατηγό Μακρυγιάννη ν' ακολουθήσεις το δρόμο που εκείνος έδειξε, το μονοπάτι της καλλιέργειας, το δρόμο της παιδείας, τη λεωφόρο της προσωπικής σου προκοπής.

Δεν είστε σε τίποτε λιγότερο ικανοί από το μπάσταρδο γιο της καλογριάς, τον Αρβανίτη Γιώργη Καραϊσκάκη. Ήταν κι αυτός αθυρόστομος σαν κι εσάς, αλλά είχε αυτό που από τα' αλβανικά μάθαμε σαν «μπέσα». Ήταν πάνω απ΄ όλα μπεσαλής.
Αυτό θα θελα να έχετε κι εσείς: Υπευθυνότητα, μπέσα, τσίπα. Ν' αναλαμβάνετε τις ευθύνες σας, ν' απεχθάνεστε την υποκρισία, να σιχαίνεστε το συμφέρον, να μισείτε το ψέμα και την ευθυνοφοβία.

Η αγάπη για τον τόπο του, η λατρεία για την πατρίδα του, ήταν αυτό που χαρακτήριζε τη ζωή του Νικήτα Σταματελόπουλου, του Νικηταρά.

Αγωνίστηκε στη διάρκεια της επανάστασης, συνέβαλε στην απελευθέρωση της πατρίδας του κι έπειτα φυλακίστηκε, για να χαθεί σ' ένα στενοσόκακο του Πειραιά, σχεδόν τυφλωμένος, πάμπτωχος κι εγκαταλειμμένος απ' όλους. Δε ζήτησε τίποτε από την ελεύθερη Ελλάδα. Κι όταν οι γύρω του τον παρακινούσαν ν' απαιτήσει από την κυβέρνηση μια πλούσια σύνταξη, απαντούσε πως η πατρίδα τον αμείβει πολύ καλά, λέγοντας ψέματα, για να ΅ην προσβάλει την πατρίδα του.

Είναι δύσκολο, το κατανοώ, το παράδειγμα του Νικηταρά. Αλλά νομίζω πως κι εσείς είστε ικανοί για τα δύσκολα. Μπορείτε ν' ακολουθήσετε το δρόμο της αξιοπρέπειας. Να προσπαθήσετε τίμια και με αγωνιστικότητα για σας και για το μέλλον της οικογένειας που αύριο θα κάνετε.

Ξέρω, καταλαβαίνω, αντιλαμβάνομαι πως σας προτείνω μια διαδρομή ζωής δύσκολη και απαιτητική, όταν δίπλα σας κυριαρχεί ο εύκολος δρόμος των γονιών, των δασκάλων, των πολιτικών της εποχής στην οποία μεγαλώνετε.

Όμως κάθε εποχή ελπίζει στους νέους της. Περιμένει απ' αυτούς να σηκώσουν ψηλά
και μ' επιτυχία τη σημαία του αγώνα και να οδηγήσουν την πατρίδα τους, τον τόπο τους, σε καλύτερες μέρες, σε πιο φωτεινές σελίδες.

Κι όταν βλέπω την εποχή μας να μαραζώνει χωμένη στην αλλοτρίωση, να ξεψυχά από την τηλεοπτική ανία, να μουχλιάζει απ' το κυνήγι της ευκολίας,

μόνο σε σας ελπίζω, στην ειλικρινή σας διάθεση ν' αγωνιστείτε, ν' αντισταθείτε, να πολεμήσετε, να νικήσετε..

Μη μας απογοητεύσετε».



Αυτά τα λόγια απηύθυνα στους μαθητές μου 
(λέει ο Δάσκαλος), στο 2ο ΕΠΑΛ Αχαρνών, για την επέτειο της 25ης Μαρτίου: